Ήταν μια μάχη
«μεγάλη, ιδιόρρυθμη, συνεχής και εκτεταμένη», όπως έχει γραφεί,
η μάχη που δόθηκε στο θεσσαλικό κάμπο από τους Θεσσαλούς αγρότες
και τους αντάρτες. Είναι μάχη εναντίον του στρατού κατοχής, για
να σωθεί η σοδειά του σιταριού από την αρπαγή.
Πριν όμως απ'
αυτή, το Φθινόπωρο του 1943 δόθηκε άλλη μάχη, εξίσου σπουδαία, η
μάχη της σποράς. Έπρεπε να σπαρθούν όσο περισσότερες εκτάσεις
γινόταν. Οι Θεσσαλοί αγρότες όργωσαν τη γη με όποιο μέσο είχαν
στη διάθεση τους. Με άλογα, με βόδια, με βουβάλια. Ακόμη και
μερικά παλιά τρακτέρ που υπήρχαν, μπήκαν στην υπηρεσία της
σποράς. Επειδή δεν υπήρχε πετρέλαιο, ειδικά τμήματα του ΕΛΑΝ
(Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό) το αντλούσαν από τα
αμπάρια βυθισμένων πλοίων στο λιμάνι του Βόλου. Σπόρο
εξασφάλισαν με μεγάλη δυσκολία. Οι γεωργοί διέθεσαν όσο σιτάρι
τους περίσσευε. Το υπόλοιπο το προμήθευσε η ΑΤΕ και το Υπουργείο
Γεωργίας.
Η γη σπάρθηκε
και κάρπισε. Τον καιρό όμως του θερισμού, Καλοκαίρι του 1944, ο
κατακτητής έστειλε στον κάμπο ειδικά τμήματα ΕΣ-ΕΣ και Γκεστάπο,
για να αρπάξουν τη σοδειά. Η Αντίσταση πήρε τα μέτρα της.
Συγκροτήθηκαν ειδικά τμήματα για την προστασία της σοδειάς, τα
οποία σε συνεργασία με τις Οργανώσεις του κάμπου έδωσαν πολλές
μάχες στον καρδιτσιώτικο κάμπο, με σπουδαιότερη εκείνη του
Κοσκινά. Τελικά, ο εχθρός αναχαιτίστηκε και η σοδειά γλίτωσε από
τα νύχια του. Έτσι, εξασφαλίστηκε η διατροφή του πληθυσμού.
Το κείμενο είναι
από το βιβλίο "Εγχειρίδιο Τοπικής Ιστορίας" των
συγγραφέων Γριβέλλα , Καραφύλλη ,
Μαγόπουλου
|